Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

Κωνσταντίνος Στ. Γκατσόπουλος και Νάντια Παναγουλέα-Κυριαζοπούλου: Δύο Ελλαδίτες Φιλόλογοι, που λάμπρυναν τα Ελληνικά Γράμματα της Κύπρου.

      Κωνσταντίνος Στ. Γκατσόπουλος
Δύο Ελλαδίτες Φιλόλογοι, που λάμπρυναν
τα Ελληνικά Γράμματα της Κύπρου






               Επιστημονικός Συνεργάτης
Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
Για τον Πολιτισμό
και την ΕπικοινωνίαΠαντείου Πανεπιστημίου
http://www.kans.gr/
Συνέβη σήμερα: http://www.kans.gr/category/%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%AD%CE%B2%CE%B7-%CF%83%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1/
 
 



Από την περίοδο της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο (1878-1959) και μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας έως σήμερα πολλοί Ελλαδίτες Εκπαιδευτικοί έχουν διδάξει και προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Μεγαλόνησο.
  Ανάμεσά τους διακρίνονται οι αναφερόμενοι στον τίτλο του άρθρου Καθηγητές.

Ο Κωνσταντίνος  Γκατσόπουλος από την Κόνιτσα σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1952 διορίστηκε Καθηγητής του Δημοσίου. Το 1954-1955 το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδος τον έστειλε   για ανάληψη υπηρεσίας στο (Λιασίδειο: Κώστας Λιασίδης: Διευθυντής του Κολλεγίου) Κολλέγιο Πάφου.  Πριν από τη συμπλήρωση ενός έτους, το αγγλικό καθεστώς τον απήλασε στις 26 Μαΐου 1955. Δόθηκε μάλιστα εντολή, όπως εγκαταλείψει την Κύπρο προ της 24ης Μαΐου (εφημερίδα  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17 Μαΐου 1955).

  
Διαρκούσης της παρουσίας του στην Κύπρο, ο Κωνσταντίνος Γκατσόπουλος «(…) επεδείξατο παραδειγματικήν δράσιν, διδάσκων και φρονηματίζων  τους μαθητάς του (…)» (Βασιλικόν  Γενικόν  Προξενείον της Ελλάδος, 4 Ιουνίου 1955, επί Γενικού  Προξένου Α. Ι. Παππά). 
 
Κατά τη στιγμή της αναχώρησής του εκατοντάδες  σπουδαστών συγκεντρώθηκαν στην προκυμαία Λάρνακος «κραυγάζοντες  αντιβρετανικά συνθήματα και σείοντες ελληνικάς σημαίας» (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 26 Μαΐου 1955).







 Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, επισκέφθηκε τα γραφεία της ΟΛΜΕ: «(…) Ο κ. Γκατσόπουλος παρέσχε πολυτίμους πληροφορίας διά το υψηλόν φρόνημα και την αγωνιστικήν διάθεσιν των αδελφών μας Κυπρίων και διά την σθεναράν και αξιοπρεπή στάσιν των Ελλήνων Kαθηγητών και μαθητών. Ραδιοφωνικήν ομιλίαν του κ. Γκατσοπούλου προς τους Κυπρίους, ιδία δε τον μαθητικόν κόσμον της ελληνικής Μεγαλονήσου, μετέδωσεν ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών την 2:30΄ της 2ας Ιουνίου» (Δελτίο ΟΛΜΕ, Ιούνιος 1955). Τοποθετήθηκε στο Πρότυπο Εθνικό  Εκπαιδευτήριο Αναβρύτων, όπου προσέφερε τις υπηρεσίες του για μία δεκαπενταετία. «Στις 11 Ιουνίου 1959 αντιπροσωπία της Γ΄ τάξεως του Γυμνασίου ( του Εθνικού Εκπαιδευτηρίου Αναβρύτων) με τον φιλόλογο κ. Κ. Γκατσόπουλο  επεσκέφθη τον πρωταγωνιστή του συγχρόνου Κυπριακού Έπους στρατηγόν κ. Γεώργιον Γρίβαν- Διγενή και του προσέφερεν αναμνηστικό  Λεύκωμα, δείγμα της ευγνωμοσύνης και του θαυμασμού της μαθητικής νεολαίας προς τον απαράμιλλο πρόμαχο της μεγάλης ιδέας της Πατρίδος (…) (Περιοδικό ΑΝΑΒΡΥΤΑ, Ιούνιος 1959). 

Μόλις συμπλήρωσε δεκαεννέα χρόνια  διαρκούς ευδόκιμης συμβολής στην εκπαίδευση, έλαβε τον βαθμό του Γενικού Επιθεωρητή, εργαζόμενος  σε διάφορες εκπαιδευτικές περιφέρειες της Ελλάδος επί δεκατρία έτη. Μετά τη συνταξιοδότησή του ενδιαφέρθηκε για θέματα τοπικής Ιστορίας.
    Στις 7 Ιουνίου 2002 οι παλαιοί μαθητές  (έτους  1955) του Κολλεγίου Πάφου τίμησαν σε ξενοδοχείο της πόλης εκλεκτούς Κυπρίους  και Ελλαδίτες Kαθηγητές, όπως τους   Κώστα Στεφάνου, Ανδρέα Κωνσταντινίδη και  Κωνσταντίνο  Γκατσόπουλο, ο οποίος στον χαιρετισμό του προς τους μαθητές του τόνισε –ανάμεσα σε άλλα: «(…) Η σκέψη  μου αυτή την ώρα "φορτωμένη με χιλιάδες αναμνήσεις" πετάει πολλά χρόνια πίσω (…) τότε  που προβάλλαμε στα σπινθηροβόλα παιδικά μάτια σας τις μεγάλες μορφές της ελληνικής Ιστορίας (…)».
Στις 11 Μαρτίου 2003 –σε  κατ' οίκον συνέντευξή του στο Ρ.Ι.Κ.– αναφέρθηκε στον ρόλο των Ελλήνων Εκπαιδευτικών στην προετοιμασία και διεξαγωγή του Απελευθερωτικού Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. (1955-59).


                            

 Μαθητής του υπήρξε ο Θάσος Σαπαρίλλας(1), αγωνιστής της ΕΟΚΑ, ο οποίος σε ποίημά(2) του για τον Καθηγητή  του Κωνσταντίνο Γκατσόπουλο αναφέρει: 
«(…)  Ως Κύπριοι τον ευχαριστούμε.
      Ως μαθητές του τον ευγνωμονούμε.
     Μας δίδαξε, μας πρόσεχε, δεν άφησε κανέναν.
     Όλους μας μάς επότισε με το αθάνατο κρασί του ΄21
(...)»

   Στις 18 Οκτωβρίου 2013 στο Πολιτιστικό Κέντρο «Βασίλειος Γκατσόπουλος»(3) του Δήμου Κηφισιάς έλαβε χώρα η παρουσίαση του βιβλίου της Νάντιας Παναγουλέα- Κυριαζοπούλου «Παράθυρο στην Ιστορία», εκδ. Λειμών, 2013,  ενώπιον πυκνού ακροατηρίου.


Ομιλητές ήταν οι Ανδρέας Καραμάνος, τέως Πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιος  Μανουσόπουλος, Γενικός  Γραμματέας Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων, Θανάσης Χρήστου, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και Χριστίνα Παναγουλέα, Δικηγόρος.  Την εκδήλωση συντόνιζε η  Δημοσιογράφος  και Αντιδήμαρχος Ασπασία-Νίνα Βλάχου

Την εκδήλωση οπτικογράφησε η Σοφία Φραγκούδη-Βογιατζή, εγγονή του Κυπρίου Γεωργίου Σ. Φραγκούδη, του ιδρυτού της Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών την μετoνομασθείσαν εις Πάντειον Σχολήν και νυν Πάντειον Πανεπιστήμιο και έχει αναρτηθεί στο κανάλι του επιστημονικού Σωματείου με την επωνυμία Εταιρεία "Εκπαιδευτική Αναγέννησις" και δημοσιευθεί στην Μεταρρύθμισι.
    Η Νάντια Παναγουλέα–Κυριαζοπούλου γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Η Κατοχή και ο εκκολαπτόμενος νέος εθνικός Διχασμός σημάδεψαν τη ζωή της, διότι έχασε τον πατέρα της την περίοδο των Δεκεμβριανών του 1944. Τελείωσε το Η΄ Γυμνάσιο Αθηνών το 1955 και κατέστη φοιτήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1960-62 διετέλεσε καθηγήτρια  του Παγκυπρίου  Γυμνασίου  στη Λευκωσία. Εκεί γνώρισε τον Δημήτρη Κυριαζόπουλο, υπηρετούντα στην ΕΛΔΥΚ και μετέπειτα σύζυγό της. Το 1966-1968 φοίτησε στο Ιστορικό Τμήμα του   Εθνικού και Καποδιστριακού  Πανεπιστημίου και το 1970  παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα Παιδαγωγικών στο Georgia State University των ΗΠΑ. Από το 1963-1984 δίδαξε σε διάφορα σχολεία ανά την Ελλάδα. Με τις συμμαθήτριές της  Ε. Αρβανίτη και Μ. Ρούτσου εξέδωσαν το βιβλίο: «Η΄ Γυμνάσιο-Λύκειο. Εκπαιδευτήρια Μ. Νομικός 1911-2000. Ιστορικό οδοιπορικό», 2003.


     Το βιβλίο της «Παράθυρο στην Ιστορία», ένα επιμελημένο  και αξιέπαινο εγχείρημα  των εκδόσεων «Λειμών», επιχειρεί  τη μελέτη των οικογενειών Παναγουλέα-Μιχαλέα από την πλευρά του πατέρα της  και Ξανθάκου-Μουντζουρίδου  ως προς τη  μητέρα της σε βάθος τριών ίσως και περισσοτέρων αιώνων  στα μέρη όπου έζησαν (Καστάνια, Κάμπος-Αβίας, Καλαμάτα, Αθήνα).
Το  έργο της, παρ' ότι ογκώδες,  είναι αριστοτεχνικά γραμμένο με γνώση και συναίσθημα. Συνδυάζει την απλότητα  του ύφους με την επιστημονική ακρίβεια,  ελέγχοντας πλήθος πηγών, τις οποίες διασταυρώνει.  Αποτελεί άριστο ιστορικό οδηγό  με  πλούτο βιβλιογραφικών παραπομπών και την ύπαρξη φωτογραφιών. Κατ΄ αρχάς στηρίζεται  στις μνήμες από τις διηγήσεις της μητέρας της και άλλων ανθρώπων για τα πιο σύγχρονα γεγονότα. Ανέτρεξε ακόμη στο τμήμα χειρογράφων και ομοιοτύπων της Εθνικής Βιβλιοθήκης, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και των Νομών Αργολίδος, Λακωνίας και Μεσσηνίας, καθώς και στη  Λαϊκή Βιβλιοθήκη της Καλαμάτας. Τα παραρτήματα με χειρόγραφα Αγωνιστών, Διπλώματα Απονομής Μεταλλίων, και Συμβόλαια, με Στρατιωτικά Έγγραφα,  Αποσπάσματα Εφημερίδων και  με Οικογενειακά Δένδρα προβάλλουν τον ιδιαίτερο ζήλο και τον επιστημονικό τρόπο που προσέγγισε το υλικό της η συγγραφέας. 
  Ενδεικτικά, πολύ υποβοηθητικά   είναι  π.χ.   ο χρονολογικός πίνακας   από την 29η Μαϊου 1453 έως το 1974 , σελ.19-29   και το Κεφάλαιο, που ασχολείται με τον Μικρασιατικό Πόλεμο (1919-1923), σελ. 261-320.


       Ιδιαίτερα συγκινητική είναι η αναφορά της συγγραφέως στην Κύπρο της δεκαετίας του 1950, όταν φοιτητές και μαθητές διαδήλωναν για τη Μεγαλόνησο. Πόνεσε, επίσης, η ψυχή της για την κατάληψη της μισής, περίπου,  Κύπρου από τους Τούρκους. Το τραγικό  αυτό γεγονός επηρέασε τη μητέρα της με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει τη ζωή τον Φεβρουάριο του 1975.
 Ευτυχώς που είχε γλιτώσει  παλαιότερα, στη δίνη του Διχασμού,  λόγω του Σταύρου του Σμιγαδερού, επίτιμου Λυκειάρχη, που οργάνωσε τη φυγή της από το Στρατόπεδο της Γαράντζας στο Διαβολίτσι και μετά στη Μεσσήνη, όπου την ανέμεναν οι οικείοι της (Η  ομηρία, σελ. 526-546).
Πλήγμα για την οικογένεια ήταν τότε η δολοφονία της θείας της συγγραφέως, της  Σοφίας Ξανθάκου, φοιτήτριας της Φαρμακευτικής, που ο αδελφός της ήταν αξιωματικός στη Μέση Ανατολή,  από τους αντάρτες της Ο.Π.Λ.Α. Στις 6 Ιανουαρίου του 1945  βρέθηκε νεκρή στην Αγία Τριάδα του Βύρωνα, ενώ ο πατέρας της (συγγραφέως) είχε εξαφανιστεί πέντε ημέρες πριν (σελ. 646-651). Κατόπιν ενός τυχαίου γεγονότος,  η μητέρα της ανακάλυψε τους δολοφόνους του. Το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1945 βρέθηκε σε ένα τραμ, που κατευθυνόταν στην Ομόνοια. Ο οδηγός του φορούσε το πουλόβερ του συζύγου της! Προσπάθησε να διαφύγει, αλλά το πλήθος τον εμπόδισε.  Τον ανέκρινε η αστυνομία. Ο πατέρας της δολοφονήθηκε σε ένα «κατώι» –μετά από βασανιστήρια- απέναντι από τον Άγιο Ελευθέριο (σελ. 659-660).
Το τελικό της συμπέρασμα είναι συγκλονιστικό και αναδεικνύει το ψυχικό μεγαλείο της:
«Ερευνώντας στα Γενικά Αρχεία του Κράτους τις Δίκες που ακολούθησαν εκείνον τον ολέθριο Δεκέμβριο του 1944, είδα ότι όλοι αυτοί που είχαν «εξουδετερώσει» όπως εξουδετέρωσαν, τον πατέρα και την Σοφούλα μας είχαν τιμωρηθεί από το Κράτος με βαρύτατες τιμωρίες. Όμως, ούτε χαρά, ούτε καν ικανοποίηση δεν μου προσέφερε αυτή η γνώση. Μάλλον θλίψη και στενοχώρια, για όλους αυτούς που παρασύρθηκαν και φανατίστηκαν από ανθρώπους, που έπειτα φρόντισαν να εξασφαλίσουν για τους εαυτούς τους την ατιμωρησία, αφού ως ηθικοί αυτουργοί οι ίδιοι δεν θα διώκονταν. Ένα «συγγνώμη» από εκείνους που οδήγησαν αυτά τα χέρια να «πράξουν το κακό» θα αρκούσε. Τίποτε άλλο» (σελ. 673).


Παρακάτω παρατίθενται αποσπάσματα από το βιβλίο: της Νάντιας Παναγουλέα-Κυριαζοπούλου, Παράθυρο στην Ιστορία, εκδόσεις Λειμών, Αθήνα, 2013,  Εισαγωγή, σελ. 15-18 και Επίλογος, σελ. 665-674.

                                           Εισαγωγή, σελ. 15-17.              

    «Σ' αυτή την ιστορική διαδρομή, που πηγαίνει τουλάχιστον τρεις αιώνες πίσω, την προσπάθειά μου να περιγράψω τις πε­ριπέτειες του πατέρα και της μητέρας μου καθώς και των οικο­γενειών τους, ακόμη και των μακρινών τους προγόνων, αρχικά είχα αποφασίσει να την στηρίξω στις μνήμες που είχα από τις διηγήσεις της μητέρας μου (...
Το τμήμα χειρογράφων και ομοιοτύπων της Εθνικής Βιβλιο­θήκης, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και των Νομών Μεσσηνί­ας, Λακωνίας, Αργολίδος καθώς και η Λαϊκή Βιβλιοθήκη Καλα­μάτας με τις αδιαφιλονίκητες πληροφορίες των ιστορικών τους εγγράφων, με το πρόθυμο και εξυπηρετικό προσωπικό τους απετέλεσαν την πρωταρχική μου πηγή άντλησης πληροφοριών. Έπειτα τα βιβλία και τα απομνημονεύματα συγγραφέων και ηρώων που είχαν ζήσει, ή είχαν άμεση σχέση με τα γεγονότα, στα οποία περιλαμβάνονται και κάποια στοιχεία της οικογενειακής μου ιστορίας καθώς και σχετικές μελέτες μεταγενεστέρων εγκρίτων συγγραφέων, υπήρξαν εξ  ίσου πολύτιμες πηγές. Εδώ θα πρέπει να αναφερθώ ιδιαίτερα στα βιβλία της Διευθύνσε­ως Ιστορίας Στρατού αλλά και στα πολύμοχθα βιβλία του ια­τρού κ. Σταύρου Καπετανάκη καθώς και στα βιβλία του Καλα­ματιανού συγγραφέως κ. Ν. Ζερβή: Οι Μαντίνειες της Μάνης, Αθήνα 1996, Μανιάτες Αγωνιστές του 1821, Καλαμάτα 2005, Αριστεία του 1821 σε Μανιάτες Αγωνιστές, Αρεόπολις 2008, και η 7τομη, άρτια τεκμηριωμένη έκδοση, ΚΑΛΑΜΑΤΑ, Κατο­χή, Αντίσταση, Απελευθέρωση, Καλαμάτα 2010, με τα άφθο­να στοιχεία και παραπομπές που περιέχουν υπήρξαν για μένα πολύτιμοι οδηγοί στις αναζητήσεις μου.
Παράλληλα, για να μπορεί κανείς να παρακολουθήσει και την γενικότερη ατμόσφαιρα μέσα στην οποία διαδραματίζονται τα διάφορα γεγονότα του 19ου και 20ού αιώνα, κατέφυγα και στην έρευνα εφημερίδων και περιοδικών που καθρεφτίζουν το πνεύμα της εποχής, κάθε μία από την δική της σκοπιά.
Τέλος, ανεζήτησα μαρτυρίες και μνήμες ανθρώπων για την πιο σύγχρονη εποχή, τις οποίες κατέγραψα με την μεγαλύτε­ρη δυνατή ακρίβεια, αφού έριχναν περισσότερο φως στην δι­ήγηση (... )
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για να μη διαταράσσεται η συνέχεια της διήγησης με πολλές λε­πτομέρειες και με αναφορές στις πηγές άντλησης όλων των γε­γονότων, θα υπάρχουν σε όλες τις σελίδες υποστηρικτικές ση­μειώσεις με καταγραφή των πηγών καθώς και καταγραφή εκτε­ταμένων χωρίων.
Στην ιστορική αυτή διαδρομή επόμενο είναι να παρουσιάζον­ται με διαφορετικό τρόπο τα γεγονότα, για τα οποία η γρά­φουσα έχει δικές της ζωντανές μνήμες και παραστάσεις από τα υπόλοιπα. Έτσι το επεισόδιο του πρώτου κεφαλαίου το πα­ραθέτω όπως μου το διηγήθηκε ο αδελφός μου Δ. Παναγουλέας. Στο πολύωρο ταξίδι που ακολούθησε αναφέρομαι στις μνή­μες της μητέρας μου, που παρουσιάζεται να τις διηγείται η ίδια σε πρώτο πρόσωπο. Από την στιγμή που φθάνουμε στην Αθή­να η διήγηση είναι της γραφούσης. Εννοείται ότι, όπου χρειάζε­ται στα προηγούμενα, υπάρχουν και παρεμβάσεις για την κα­λύτερη κατανόηση.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου θα υπάρχουν τα εξής παραρ­τήματα:
     I.  Χειρόγραφα Αγωνιστών του '21.
II. Διπλώματα Απονομής Μεταλλίων, Συμβόλαια και Στρ. έγγραφα, Δημοσιεύματα παλαιών εφημερίδων, Οικογε­νειακά Δένδρα.
   III. Μαρτυρίες.
  IV. Πρακτικά Δικών.»

Επίλογος , σελ. 670-673.                          


«(…) Στην Αθήνα θα περάσουμε και τα όμορφα φοιτητικά μας χρόνια, στη δεκαετία του '50, όταν οι φοιτητές και οι μαθητές είμαστε κάθε μέρα στους δρόμους, καθώς ο αργότερα υπουρ­γός της Κύπρου, Πάτροκλος Σταύρου -φοιτητής τότε και αυ­τός- μας ξεσήκωνε για να διεκδικήσουμε με δυναμικές κινητο­ποιήσεις την Ένωση με την Κύπρο. Έπειτα, θα τραβήξουμε ο καθένας το δρόμο του δημιουργώντας οικογένειες. Με τη μη­τέρα μου, θα έχουμε και την καλή τύχη να διδάξουμε, για δύο χρόνια, 1960-1962, και στα σχολεία της Κύπρου. Όταν η Κύ­προς είχε ανακηρυχτεί «ανεξάρτητο κράτος» μετά τις συνθή­κες Ζυρίχης-Λονδίνου. Άλλες αξέχαστες μνήμες και εμπειρίες από την μεγαλόνησο, όπου συναντήσαμε άμετρη φιλοξενία και λαχτάρα για πραγματική ένωση με την Ελλάδα9(...)
Στην Αθήνα θα μας βρει και η 21η Απριλίου, καθώς θα κοι­μόμαστε όλοι τον «ύπνο του δικαίου» (...) Έπειτα, θα ακολουθή­σει, για επτά χρόνια, η κατάλυση της Δημοκρατίας, στη χώρα μας, στον τόπο που γέννησε την ιδέα αυτού του πολιτεύματος. Οι συνέπειες, στις ψυχές των ανθρώπων, ανυπολόγιστες και η κατάληξη τραγική: η απώλεια του 38% του εδάφους της Κύ­πρου μετά την αλήστου μνήμης παράφρονη πράξη: ελληνικό τανκς να κτυπήσει την Εθναρχία της Κύπρου!... Ο λύκος, όμως, που πάντοτε χαίρεται στην αναμπουμπούλα, παραμόνευε. Το αχαρακτήριστο αυτό γεγονός και τα όσα ανεπίτρεπτα ακολούθησαν πρόσφεραν στην Τουρκία το πρόσχημα, που επιζητού­σε, για να εξαπολύσει τον Αττίλα I και τον Αττίλα II εναντίον των Ελλήνων της Κύπρου, με τραγικά αποτελέσματα: Χιλιάδες τα αθώα θύματα και οι αγνοούμενοι, ενώ αμέτρητοι Έλληνες από τα «κατεχόμενα», με την απόγνωση στο βλέμμα και νιώ­θοντας συγχρόνως την φοβερή πικρία της εγκατάλειψης στην τύχη τους, πήραν το δρόμο της προσφυγιάς μέσα στο ίδιο τους το νησί.
Όλα αυτά τα τραγικά γεγονότα δεν μπόρεσε η μητέρα μου να τα αντέξει. Πάντα μου έλεγε, όταν συζητούσαμε και την ρω­τούσα συχνά θαυμάζοντας την αντοχή της στην δεκαετία του '40:
- Μαμά, πως άντεξες όλα αυτά που συνέβησαν σ' εκείνα τα φοβερά χρόνια; Και η απάντηση της ήταν:
- Βοηθάει ο Θεός, παιδί μου. Όμως αισθάνομαι ότι δεν θα μπορέσω να αντέξω έναν καινούργιο πόλεμο...
Και δεν άντεξε τη νέα αυτή τραγωδία της ελληνικής φυλής. Από την ημέρα της εισβολής «του Αττίλα» στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974, η μητέρα μας άρχισε να καταρρέει και τον Φεβρουάριο του 1975 έκλεισε τα μάτια της και έφυγε για πά­ντα από κοντά μας (...)
«Ο άνθρωπος, όταν χάνει την μάννα  του ορφανεύει δύο φορές» (...)
Δεν μπορώ να περιγράψω την συγκίνηση μου, όταν συνάντη­σα τον άνθρωπο που έσωσε τη μητέρα μας (...) Τον Σταύρο Σμιγαδερό, που είχε κατορθώσει να διασώσει την ανθρωπιά του μέσα στην αγριότητα και την απανθρωπιά της εποχής. Στην αμοιβαία συγκίνηση που μας κατέλαβε, καθώς ζωντάνεψαν πο­λύ έντονα, μνήμες και γεγονότα τόσο μακρινά, το μόνο που μπόρεσα να ειπώ ήταν μια λέξη Ευχαριστώ, βγαλμένη πραγ­ματικά μέσα από την καρδιά μου. Ευχαριστώ, που δεν άφησες να ορφανέψουμε διπλά με ανυπολόγιστες συνέπειες για μας (...) Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ (...)
Τώρα, σαράντα σχεδόν χρόνια από το θάνατο της μητέρας μας, αποτιμώντας όλα αυτά τα άλλοτε θριαμβευτικά και άλλο­τε θλιβερά γεγονότα, που μοιάζουν λησμονημένα και ενώ άλλοι παράγοντες έχουν εισχωρήσει και μεταβάλει καταλυτικά τη ζωή μας, αμφισβητώντας ακόμη και το μέλλον των παιδιών μας κα­θώς και το δικαίωμά τους στην εργασία, μία ευχή μόνο θα μπο­ρούσα να διατυπώσω:
Μακριά από άλλο διχασμό. Ας αναζητήσουμε τις λύσεις όχι στη σύγκρουση αλλά στη σύγκλιση. Μπορούμε.

                                               Υποσημειώσεις            


9. Η φιλοξενία των Κυπρίων με βοήθησε να γνωρίσω όλες τις πόλεις και τα σημαντικά μνημεία του νησιού. Όλα εκτός από τα Φυλακισμένα Μνή­ματα, τους τάφους δηλαδή των απαγχονισμένων που βρίσκονται στον περίβολο των φυλακών. Ήταν ακόμη πολύ νωπές οι υπογραφές των χι­λιάδων φοιτητών όταν, επικαλούμενοι «τα μητρικά της αισθήματα», εί­χαμε αποστείλει «αίτηση χάριτος» στην βασίλισσα Ελισάβετ για τον δε­καοκτάχρονο Παλληκαρίδη. Δεν ήθελα να ξαναζήσω όλη εκείνη την ορ­γή και την αγανάκτηση που μου προκάλεσε τότε η αδιαφορία της βα­σίλισσας Ελισάβετ και απέφυγα να τα επισκεφθώ...».
 
                      
Στους Καθηγητές μου
 Θάσος Σαπαρίλλας

                                        Αθήνα, 6η  Νοεμβρίου 2013.
Στους σεβαστούς Καθηγητές χρωστώ ευγνωμοσύνη.
Με μάθανε να αγαπώ όλη τη Ρωμιοσύνη.
Από παιδί μού άνοιξαν το πνεύμα, την καρδιά,
όχι μόνο σε μένανε, μα σε όλα τα παιδιά.
Από αμούστακα παιδιά να ζούμε,
αγώνα για τη λευτεριά όλοι μας να ποθούμε.
Σαν Ρήγας –ο Βελεστινλής– που έσπειρε τον σπόρο,
λαχταρισμένο δώρο.
Εγώ πόσο τον νοιώθω
τον προαιώνιο πόθο.
Όλοι οι μαθητές τους, στης Μάνας ακόμα την ποδιά
ανδρώσανε με μιας και γίνανε παιδιά.
Αγωνιστές, αντάρτες που όλοι με ορμή
δεν δίστασαν να δώσουν ακόμη και κορμί
στης Λευτεριάς την πυρωμένη δάδα,
ως γνήσια Ελληνόπουλα ΤΙΜΗΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
Ο σπόρος που έσπειραν έπεσε σε εύφορο χωράφι,
που βλάστησε και θέριεψε άδολος σαν χρυσάφι.
Παπαβερκίου, Καρνάβαλος,Τάκης και Μιλτιάδης*
στο πεδίο της τιμής έπεσαν, νέοι πήγαν στον Άδη.
Ο Κώστας ο Γκατσόπουλος, αφανής ήρωας που απελάθη,
πόνο μεγάλο ένοιωσε την Κύπρο μας να αφήσει,
ελεύθερη τη νήσο μας να δει και να ξαναπατήσει,
αν ο Θεός τον αξίωνε ως τότε για να ζήσει.
Η ΕΥΧΗ -ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ- εισακούστηκε,
την Κύπρο του ελεύθερη την ξαναεπισκέφθηκε.
Όλοι οι μαθητές του στημένοι σαν ιστοί
σε βασανιστήρια και κακουχίες παρέμειναν πιστοί.
Με αγάπη-ευγνωμοσύνη, μα και Φόρο Τιμής,
τίτλο και μετάλλιο δώσαμε εμείς,
στον αφανή τον «ΡΗΓΑ»,τον ΑΓΩΝΙΣΤΗ,
που η δράση του στον αγώνα μας δεν έγινε γνωστή.
Ως Κύπριοι τον ευχαριστούμε.
Ως μαθητές του τον ευγνωμονούμε.
Μας δίδαξε, μας πρόσεχε, δεν άφησε κανέναν.
Όλους μας, μάς επότισε με το αθάνατο κρασί του ’21.
Ήταν ο πρώτος που διέγνωσε
κι αμέσως αναγνώρισε πως μια πατρίδα αξίζει
όσο η νεολαία της την φροντίζει.
Πως μια πατρίδα δεν πεθαίνει από ψωμί,
πεθαίνει σαν χάσει τη λαλιά της,
που της την δίνουν πίσω οι λεβέντες τα παιδιά της.


* Πρόκειται για τους ήρωες της ΕΟΚΑ Γεώργιο Παπαβερκίου, Κώστα Αθηνοδώρου Καρνάβαλο, Τάκη Σοφοκλέους και Μιλτιάδη Στυλιανού.
Γεώργιος Παπαβερκίου


   









                         Μιλτιάδης Στυλιανού



 Υποσημειώσεις
(1) Ιωάννης Χρ. Ιακωβίδης, Μικρασιάτες της Κύπρου: Η «Οδύσσεια» της οικογένειας των Ιωάννη και Θάσου Σαπαρίλλα, στη: sofigraf 2009.blogspot.com,  Μεταρρύθμισις.
(2)  Τίτλος ποιήματος: Στους Καθηγητές μου. Γράφτηκε στις 6 Νοεμβρίου 2013. Την επόμενη  ημέρα οι Κώστας Γκατσόπουλος,  Θάσος   Σαπαρίλλας  και ο γράφων συναντήθηκαν σε κεντρικό ξενοδοχείο κοντά στην πλατεία Συντάγματος. Καθηγητής και μαθητής έφεραν στη μνήμη τους  και αφηγήθηκαν  τα γεγονότα του  1955.  Η συζήτηση οπτικογραφήθηκε από τη σύζυγο του Θάσου Σαπαρίλλα. Το σχετικό υλικό επιμελήθηκε η Σοφία Φραγκούδη-Βογιατζή.
(3) Βασίλειος Γκατσόπουλος,  ιατρός και αδελφός του ήδη αναφερθέντος Κωνσταντίνου Γκατσόπουλου. Διετέλεσε Δήμαρχος Κηφισιάς κατά το διάστημα 1986-1990.  Μεταξύ των έργων του, εξέχουσα θέση έχει το Δημοτικό Ιατρείο για την παροχή δωρεάν υπηρεσιών στους Δημότες.













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου